ΚΕΙΜΕΝΟΠΟΙΟΣ

ΚΕΙΜΕΝΟΠΟΙΟΣ
ΚΕΙΜΕΝΟΠΟΙΟΣ...

Παρασκευή 26 Απριλίου 2013

ΚΡΗΤΟΜΟΥΣΑ








Μανώλη Παπαδάκη
ΚΡΗΤΟΜΟΥΣΑ
Τραγούδια όνειρα κι οφειλές















ΕΚ∆ΟΣΗ ΓΩΝΙΑΝΟ ΑΡΧΕΙΟ 
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2011













ΓΩΝΙΑΝΟ ΑΡΧΕΙΟ Χρόνος 2ος Τεύχος 10ο Σεπτέμβριος 2005 

ΕΤΗΣΙΑ ΕΚ∆ΟΣΗ ΑΝΑΦΟΡΑΣ ΕΚ∆ΟΣΕΙΣ ΑΠΛΑΤΑΝΟΣ 
Μανώλης Παπαδάκης Παλαιών Φωκών 35 54454 Θεσσαλονίκη







ΕΡΓΑ ΤΟΥ Ι∆ΙΟΥ

ΓΩΝΙΕΣ, Ένα ταξίδι στο χώρο και στο χρόνο,

ΕΚ∆ΟΣΕΙΣ ΑΠΛΑΤΑΝΟΣ 2001

Ιστορία της Κρητικής Μουσικής στον 20ο αιώνα,
ΕΚ∆ΟΣΕΙΣ ΖΗΤΗ 2002

ΠΟΙΗΜΑΤΑ 1980 – 2000 
ΕΚ∆ΟΣΕΙΣ ΖΗΤΗ 2003













2









ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑ∆ΡΟΜΗ
(Ομιλία στο Παγκόσμιο Συνέδριο Κρητών, 
Κολυμπάρι Χανίων, Καλοκαίρι 2003)




   Η σημερινή κατάσταση στα μουσικά πράγματα της Κρήτης, είναι κοντά σ’ ένα τέλος εποχής. Αυτό δεν είναι κατ’ ανάγκη αρνητικό, δεδομένου ότι το καλλιτεχνικό απόθεμα του νησιού δεν μπορεί να χάθηκε, κάπου θα στραφεί και με μια ορισμένη μορφή, θα ’ρθει η ώρα του να επανεκφραστεί. Σήμερα όμως δεν εκφράζεται. Σκοποί ή παραλλαγές σκοπών, δεν επινοούνται πια. Γράφονται σκοποί αλλά “δεν γράφουν” στη συνείδηση κανενός.

   Η μαντινάδα, συνακόλουθο μέλος του σκοπού, δείχνει κι αυτή να πελαγοδρομεί. Λένε λένε μαντινάδες, αν όμως αλωνέψεις και λιχνίσεις το δεμάτι, δε μένει παρά ένας σωρός άχερα. Λίγος κι εδώ, ελάχιστος ο καρπός. Σα να το ’χε προβλέψει ο Πρεβελάκης.

       Καθώς τυφλός που γύρισε, της ζητιανιάς το δίσκο,
       όσα δε θέλω μούδωκαν κι όσα ποθώ δε βρίσκω.


   ∆εν θεωρώ ότι πρέπει να πιάσουμε τον θιο απ’ τον πόδα”, για να σταματήσουμε τον σημερινό κατήφορο, κτλ-κτλ. Το διατείνονται αυτό άνθρωποι, που είναι εξίσου συνυπεύθυνοι για τη σημερινή κατάσταση, κι όμως παριστάνουν κι από πάνω τους εξυγιαντές. Όμως δεν θα προέλθει απ’ αυτούς η επόμενη μέρα. Η απάντηση για το που οδηγούμαστε, θα ’ρθει μέσα απ’ τη χρονική εξέλιξη, και δεν μπορεί σήμερα να προβλεφθεί, ποια θα είναι η μορφή του πολιτισμού της Κρήτης, σε 50-100 χρόνια.

   Προσωπικά, η τροπή που έχουν λάβει τα πράγματα, δεν μου είναι ανεξήγητη. Για χρόνια δεχθήκαμε και ανεχτήκαμε τη μετριότητα. Κουμπαριάσαμε μαζί της. Κάναμε σημαία ανθρώπους που ήταν, “στην τέχνη τρία, στη φήμη δεκατρία”. Φωτογραφηθήκαμε μαζί τους. Γίναμε λεζάντα. Κι ύστερα γυρνούσαμε εμείς οι ίδιοι, κι αναρωτιόμαστε τι φταίει για τη μετριότητά μας. Εξορίσαμε το πηγαίο αρχαίο πνεύμα μας, και στη θέση του βάλαμε το καλαμπούρι.



3





   Όμως η γη κάτω απ’ τα πόδια μας είναι βαθιά, κι αυτό μας σώζει, γι’ αυτό και δεν έχει τίποτα χαθεί. Φτάνει να γνοιαστούμε.
   Τι προτείνω, τι πρέπει κατά τη γνώμη μου να γίνει.

   - Το πρώτο, να περιγράψουμε αντικειμενικά τα πράγματα, και να ομολογήσουμε την πεζότητα χωρίς ωραιοποιήσεις.
   - Το δεύτερο, να γίνουμε καταλύτες μιας γενικότερης αφύπνισης.

   Αυτής της αφύπνισης μπορούμε σήμερα να γίνουμε προπομποί. Η γενιά μας οφείλει να αποσαφηνίσει το ερώτημα, όπως το θέτει επιτακτικά ο ποιητής. “Στον αιώνα σου λέγε τι βλέπεις”. Οφείλουμε να διαχειριστούμε, το μεγάλο απόθεμα γνώσης που μας κληροδότησε ο 20ος αιώνας. Τι έγινε με τους 300 τόσους σκοπούς, το κυρίως σώμα της Κρητικής μουσικής. Και με τους δημιουργούς. Να κάνουμε τον απολογισμό, όσο γίνεται πιο αντικειμενικά. Αυτή θα είναι η δική μας συμβολή, στη μετεξέλιξη των καλλιτεχνικών μας θεμάτων. Η κατάθεση του απολογισμού. Αυτό θα επιχειρήσω σε γενικές γραμμές να περιγράψω.

   Χρόνος που εκτυλίσσεται το κοινωνικο-πολιτισμικό φαινόμενο της Κρητικής Μούσας, είναι ο μεσοπόλεμος. Τότε γνωρίζει ευρύτατη διάδοση και απήχηση. Κατασιγάζουν τα πολεμικά πάθη, και βρίσκει χρόνο να εκφραστεί το μουσικό ιδίωμα κι ο χορός. Το τραγούδι μας είχε ως βάση δημιουργίας του μια στάση ζωής, που όριζε η λέξη μερακλοσύνη. Ο μερακλής έβγαινε μέσα από την κοινωνική ομάδα που τον περιστοίχιζε, έχοντας ανατραφεί και περάσει όλα τα ενδιάμεσα στάδια, που θα του επέτρεπαν την ενεργό συμμετοχή, ώστε να διακριθεί με τη σειρά του και να ξεχωρίσει, στο τραγούδι, στο χορό, στη μαντινάδα, στον αυτοσχεδιασμό.

Το μερακλίκι αφορούσε πάντα στενά προσωπικά το άτομο, ήταν η ψυχοπνευματική του ολοκλήρωση, μέσα απ’ την παρατήρηση πάνω στο πνεύμα της καθημερινότητας, κι όλα τα χαρίσματα, από το πώς θα καλημερίσει, πόσο χουβαρνταλίκι θ’ αναδείξει και φιλότιμο, πώς θα κάμει το πάσο του και θα εκδηλώσει τα πάθη του, όλα αυτά που συναποτελούσαν το λούσο του μερακλή, ήταν ένας επίζηλος τίτλος για να τον κατακτήσεις, μέσα στις μικρές κοινωνίες των χωριών που μας ανέθρεψαν.





4










   Ο πρωτοστάτης στη χαρά, στη λύπη, σε θέρος τρύγο πόλεμο, δεν μπορούσε παρά να είναι μερακλής. Μα αυτός ο όρος άγγιζε μια καθολικότητα στους ανθρώπους τότε, δεδομένου ότι μερακλής λογιάζονταν όποιος είχε την έφεση, κι όχι μόνον όποιος τυχόν πρωταγωνιστούσε, υπήρξε ο πιο μερακλής των μερακλήδων που δεν τραγούδησε ποτέ, αλλά να σκεφτούμε και τ’ αγκάλιασμα, τον τρόπο με τον οποίο συμμετείχε στ’ αποκαμάρωμα του μερακλή, ολόκληρη η κοινωνία του χωριού, και τα σχόλια και τις αθιβολές που μετέφεραν από γενιά σε γενιά, οι καλοκυράδες της ρόκας, στις αυλές τα καλοκαίρια, καθισμένες στα σκαμνιά και στα πεζούλια, και στους πυρομάχους στο τζάκι, τις κρύες νύχτες του χειμώνα.

   Η Κρήτη είχε κι ανάσαινε, αυτόν τον βιωματικό μουσικοτραγουδιστικό πολιτισμό. Ο κάθε τόπος ξεχωριστά, έπαιρνε και διαλαλούσε πιο πέρα, το μουσικό του κελάρυσμα. Όμως ο μύθος κρατιόταν πάντα στα στενά γεωγραφικά όρια του κάθε τόπου.

   Ο Χάρχαλης, για παράδειγμα, μόνο τους κοντοχωριανούς του είχε μαγέψει, τόση ήταν η ακτίνα δράσης κι ο απόηχος εκείνης της εποχής. Όμως, κατά ένα μυστήριο τρόπο πάλι, αυτό το μουσικό μελίσσι μετέθετε τη γύρη του από τόπο σε τόπο, κι όπου κι αν έφτανες θα ’βρισκες σημάδια αυτού του βιωματικού πολιτισμού, κι ανθρώπους να σου ιστορούν, τραγούδια κι αθιβολές και μουσικοταιριάσματα.

   Αυτή είναι η Κρήτη, στα τέλη του 19ου κι εκεί στις αρχές του 20ου αιώνα, όταν ξεκινά την τελειωτική της πορεία προς την κατάκτηση της ελευθερίας, και την ένωσή της με την Ελλάδα. Κι ενώ στερείται, κι ενώ υπομένει για αιώνες, κι ενώ μεταφέρει τη σπίθα του απελευθερωμού της στο συνεχή αγώνα για λευτεριά στους αλύτρωτους Έλληνες, την ίδια ώρα τραγουδεί σα ν’ απομνημονεύει τη στιγμή, το ένδοξο παρελθόν, το παρόν και το μέλλον της.

   Ο μεσοπόλεμος θα βρει την Κρήτη να κλείνει πληγές, να προσπαθεί κατ’ ελάχιστο ν’ αποκτήσει υποδομές, να γλιτώσει από τη φθίση και το κακό θανατικό, ενώ την ίδια ώρα τραγουδεί. Μα τραγουδεί ως να θρηνεί! Τόσες οι πίκρες κι οι στεναγμοί, που ως να φωλιάζουνε στον τρόπο που μερακλώνει. Περηφάνια, πίκρα, παράπονο, έρωτας, ανακέντρισμα, δύναμη αισιοδοξίας, ζωντάνια, προοπτική, μα και θάνατος και σβήσιμο αποθρηνητικό.




5












   Και τότε, στη αυγή του νέου τρόπου που μπόλιαζε τις ανθρώπινες συνήθειες ο σύγχρονος πολιτισμός, θα ’ρθει το χωνί του φωνογράφου να στηθεί στο τεζάκι κάθε καφενείου, να δώσει λαβή κι αφορμή στους μερακλήδες κάθε τόπου να ομονοήσουνε.

   Η φωνή, ο κώδικας, η κοινή μουσική διασταύρωση, είχαν πλέον βρεθεί. Είναι το σημείο που συναντιέται κι αντιστρέφεται ο μουσικός δίαυλος του νησιού. Το γραμμόφωνο.

   Εδώ παθιάζονται οι ύστεροι να γίνουνε πρώτοι. Οι καινουργιοφερμένοι του μερακλικιού. ∆εν έχει σημασία τόση που αργήσανε, όσο η όρεξη με την οποία δοθήκανε στο νέο πυρετό.

   Τους έκανε ν’ ανεγογυρευτούνε η κοντυλιά του Ροδινού, σα να διαπέρασε τη ραχοκοκαλιά της Κρήτης ένα ηλεκτρικός παλμός. Μικροί μεγάλοι, γέροι και νιοι, κοπελιές και μερακλομάνες, θα βρεθούνε σ’ ένα βηματισμό. Τους έκανε ξεφτέρι αυτό το μουσικό σχολειό, γρήγορα κι άμεσα, ωσάν το νέο που διαδίδεται στόμα με στόμα σ’ όλο το χωριό.

   Έχουν προηγηθεί οι Χανιώτες βιολάτορες, Χάρχαλης και Μαριάνος, από τη πηγή της Κρητικής Μούσας, την Κίσσαμο, μαζί με τους Χανιώτες λυράρηδες, τον Κουφιανό απ’ την Κυδωνία και τον Καντεράκη με το Χαρίλαο απ’ τον Αποκόρωνα, οι δυο τελευταίοι με ηχογραφήσεις στην Αμερική, πριν ακολουθήσουν οι Ρεθεμνιώτες λυράρηδες, ο Καραβίτης, ο Καρεκλάς, ο Λαγός, στα τέλη της δεκαετίας του 1920. Ο Μπαξεβάνης θα πρωτοτραγουδήσει μαζί τους, καθώς ανθρώπινη φωνή βγαίνει και αηδονολαλεί.

   Πάνω όμως απ’ όλους κι όλα, στέκει η στιγμή της μέγιστης παραδοχής, εκείνης που κατακτά μεμιάς με την πρώτη του ηχογράφηση, που έμελλε δυστυχώς να ’ναι κι η υστερνή, ο Ανδρέας Ροδινός.

   Στο πρόσωπό του, μιλάμε για μια τεράστια και ξεχωριστής σημασίας γέννα για την Κρήτη. Για τον τρόπο που μελέτησε κι απέδωσε τους σκοπούς που ηχογράφησε, αυτός ο μουσικός ογκόλιθος της Κρήτης. Για τον τρόπο που γέννησε κι ενέπνευσε μερακλήδες. Για τον τρόπο που η μουσική του, συνεχίζει μέχρι και σήμερα να ζει.




6













   Τόσο μεγάλος υπήρξε λοιπόν, αυτός ο νέος ο 22 ετών. Θα πρέπει απερίφραστα να ομολογήσουμε. Ναι! Κι επίσης θα πρέπει η αναγνώριση στο πρόσωπό του, να συμπυκνώνει αισθήματα ανάλογα με τη μοναδική αποδοχή που γνώρισε, το αντιλάλημα της κοντυλιάς του.

   Αισθήματα περηφάνιας, για την κοινή μας καταβολή. Για την Κρήτη που δεν μεμψιμοιρεί, που δεν είναι ο καθένας κι απάνω του, που δεν έχει μοναχική του τη δόξα. Γιατί είναι μια οικουμενική αξία για την Κρήτη ο Ροδινός. Γιατί έχει οικουμενικές αξίες η Κρήτη, και μια τέτοια είναι ο Ανδρέας Ροδινός.

   Τέλος, και για ν’ αποφύγουμε τη μόνιμη πεπονόφλουδα της μικροϊδιοκτησίας των σκοπών. Οι σκοποί προϋπήρχαν του Ροδινού, όμως αυτός θα μεγεθύνει σε ανυπέρβλητο βαθμό την πορεία τους. Πάντοτε μια μικρή νησίδα γης αντιφεγγίζει μεσοπέλαγα, κι όσο πλησιάζει μεγαλώνει, αυτό το πλησίασμα στο μέγεθος της μουσικής μας, είναι ο Ανδρέας Ροδινός, ο πρώτος μυθικός κατακτητής, στην καρδιά της μερακλοσύνης της Κρήτης. Το έναυσμα είχε δοθεί.

   Η μουσικοχορευτική παράδοση της Κρήτης, έπρεπε τώρα ν’ αναπτύξει μια νέα δυναμική. Να στήσει τις γέφυρες επικοινωνίας της στο σύγχρονο κόσμο. Μα πρώτα έπρεπε να σφυρηλατήσει στον πυρήνα της, τον μεγαλύτερο δυνατό συγχρωτισμό, του ρυθμού, του ύφους, και της μελωδίας. Έπρεπε ν’ αποκτήσει έναν σταθερό τρόπο αφήγησης, και βέβαια να επινοήσει καινούργια θέματα, νέες δημιουργίες. Καλό κι άξιο ό,τι παίζεται κατά τόπους, όλες οι πρωτογενείς συνθέσεις με τις αυτοσχεδιαστικές παραλλαγές, όμως η Κρητική μουσική δεν είχε κατακτήσει μια κοινή γλώσσα, για να βγει στο παγκρήτιο στερέωμα, να γίνει η μουσική του τόπου, η μουσική της Κρήτης.

   Το ξεροστερνιανό νερό, παίζεται για παράδειγμα στην ∆υτική Κρήτη, αλλά δεν είναι παγκρήτιος σκοπός. Αυτή είναι η διαδρομή που πρέπει άμεσα να διανυθεί, και σ’ αυτό συνέβαλε τα μέγιστα ο Αθανάσιος Σκορδαλός. Ο σκοπός εκτελείται άψογα από τους Κισσαμίτες βιολάτορες και τους Αποκορωνιώτες λυράρηδες, όμως στη νέα εποχή θα φέρει τη σφραγίδα ενός δοξαράτορα, που επανασχεδιάζει τον καμβά της Κρητικής μουσικής.





7
















   Έτσι, κι ενώ κλείνει ένας πρώτος κύκλος από τους μουσικούς της δεκαετίας του 1930, με την αρχή της μεταπολεμικής περιόδου, ανατέλλει το άστρο του Αθανάσιου Σκορδαλού. Ξαναεπιστρέφουμε στο τεζάκι, ξαναδουλεύει η μουσική μνήμη, κι έρχεται το ασίγαστο πάθος του Σκορδαλού, να τροφοδοτήσει τον παλμό των μερακλήδων, μ’ έναν καινούργιο πρωτόφαντο τρόπο.

    “Κόσμο δε θένε να θωρούν τα μάτια τα δικά μου”.


   Τίποτε δεν θα μείνει ανεπηρέαστο, από τη δοξαριά του νέου άρχοντα της Κρητικής μουσικής. Το παλιό αναγεννιέται, δίνοντας τη θέση του στο νέο. Ο ρυθμός κι ο χορός θα επαναπροσδιοριστούν. Μια προσπάθεια τραγέλαφου, με παρδαλούς ρυθμούς, ξενόφερτους, αρχές δεκαετίας του ’50, θα πέσει στο κενό.

   Ο δρόμος του ανώτερου συναγωνισμού, που χάραξε ο Σκορδαλός τη δεκαετία 1945-1955, θα γεννήσει τους ανταγωνιστές του. Ο Κώστας Μουντάκης, άλλη μια γέννα ξεχωριστή της Κρήτης, θα ’ρθει μετά το 1955 να του συμπορευτεί.

   Και για τους δυο μεγάλους, υπάρχει η χρεοφειλή τους απέναντι σε κείνους που τους πρωτοδίδαξαν και τους βοήθησαν, προκειμένου να βγουν μπροστά, και να προηγηθούν στο χτίσιμο της νέας εποχής. Είναι γνωστή για παράδειγμα, η συμβολή του Γιώργη Κουτσουρέλη, στην ανάδειξη του Κώστα Μουντάκη. Το ότι όμως από κάπου πήρανε, και συνεχίσανε στο δικό τους δρόμο, Σκορδαλός και Μουντάκης, δεν αναιρεί τη μοναδικότητά τους.

   Η άποψη ότι είναι απλά συνεχιστές, κι ότι βρήκαν και ιδιοποιήθηκαν το μουσικό θησαυρό της Κρήτης, δείχνει για όσους το ισχυρίζονται, ότι όχι μόνο δεν ξέρουν το εύρος της νέας δημιουργίας, για παράδειγμα του Σκορδαλού, αλλά δεν τιμούν κι αυτά που πήρε έτοιμα, και με την υπέροχη μαστοριά του τα ανέδειξε.

   Ο Σκορδαλός με τον Μουντάκη, είναι πρωτοδημιουργοί που δεν έχουνε το όμοιό τους, κι αυτή η θέσπιση στην πρόταξή τους, δίνει φτερά στον Κρητικό πολιτισμό. Γιατί δεν πρέπει να συγχέουμε μεγέθη κι αναστήματα, κι επίσης δεν πρέπει να μας διαφεύγει, πόσος σημαντικός για τον πολιτισμό μας υπήρξε ο 20ος αιώνας, αυτός ο χαρμόσυνος αιώνας της Κρήτης.





8















   Άλλως κινδυνεύουμε να μην αγγίξουμε, τη στέρεα παραδοχή της μουσικής μας ταυτότητας, από φόβο μήπως εκχωρήσουμε το δικαίωμα του πρωτοκλασάτου που θεσπίσαμε για τον εαυτό μας, τον περίγυρό μας, την επαρχία μας, το Νομό μας. Όμως αυτό φίλες και φίλοι είναι φτωχοπροδρομισμός.

   Απέναντι σ’ αυτή τη μεμψιμοιρία, στέκουν οι λαμπρές κορυφές, σ’ αυτές ξεκίνησα ν’ αναφερθώ, και στο μεγαλείο με το οποίο μας προσάγουν, στην αιωνιότητα της τέχνης τους. Ο Ανδρέας Ροδινός, ο Αθανάσιος Σκορδαλός, ο Κώστας Μουντάκης.

   Μόνον έτσι, υπό τη σκέπη περιφανών προγόνων, θα ξεφύγουμε από το πλέγμα μιας εποχής, που συντάσσεται με τη μετριότητα και την αναπαράγει, ορίζοντας ως μέτρο τον κάκιστό της εαυτό. Αυτό όμως θυμίζει την αρχή του τέλους, εκείνου που δεν γνώριζε ή δεν είχε, δική του αρχή. Μόνο και εάν απαλλαγούμε απ’ αυτή την πλάνη, μπορούμε να κοιτάξουμε μπροστά. Κι αν οπλιστούμε με γνώση. Επιστροφή στις αξίες της τέχνης μας λοιπόν.

   Το είπα περιφραστικά, με περισσότερα λόγια, όμως το συμπέρασμα είναι αυτό στο οποίο θέλω να καταλήξω. Όπου κι αν βρίσκεστε αγαπητοί μου, όπου κι αν είστε. Μνημονεύετε Ανδρέα Ροδινό, μνημονεύετε Αθανάσιο Σκορδαλό, και μνημονεύετε Κώστα Μουντάκη.


























1 σχόλιο:

Unknown είπε...

Ακολουθούν κι άλλα...